-Παππού, τι σημαίνει αλληλεγγύη;
-Αγάπη, παιδί μου.
-Όπως αγαπάς εσύ εμένα κι εγώ εσένα;
-Ακριβώς.
-Ναι, αλλά η δασκάλα μας είπε πως πρέπει να έχουμε αλληλεγγύη για τον καθένα. Πώς μπορώ ν’ αγαπάω κάποιον που δεν τον ξέρω; Κι η μαμά μου έχει πει να μη μιλάω σε ξένους.
-Μεγάλη κουβέντα ανοίγουμε, το ξέρεις;
-Πολύ μεγάλη;
-Τόση, όση είναι όλη η γη, όλη η οικουμένη.
-Και θα μας πάρει πολλή ώρα;
-Θα σου πάρει χρόνια, παλληκαράκι μου, αλλά αν θυμάσαι τα λίγα που θα πούμε σήμερα, που θα είναι η αλφαβήτα, θα μπορέσεις να πορευτείς και να τα πλουτίσεις, να τα πολλαπλασιάσεις. Λοιπόν, η μαμά έχει δίκιο, γιατί εμείς οι μεγάλοι, που νομίζουμε πως τα ξέρουμε όλα, τα κάναμε θάλασσα. Εμείς καταστρέψαμε την ομορφιά, εμείς καταστρέψαμε τη φύση, καταστρέψαμε τον άνθρωπο, αυτή την ίδια τη ζωή και την αγάπη. Περπατάς, ας πούμε, στο δρόμο και βλέπεις έναν παππούλη, σαν και μένα, με απλωμένο το ροζιασμένο χέρι του να ζητιανεύει. Να ζητά ένα φραγκάκι από το περίσσεμα ή και το στέρημά σου, για ν’ αγοράσει μισή φρατζόλα ψωμί.
-Ναι, αλλά εάν έχω λεφτά μόνο τόσα, όσα φτάνουν για να πάρω εγώ ψωμί; Θα του τα δώσω και δε θα φάω εγώ;
-Πολύ σωστή η ερώτησή σου. Εσύ μονάχος μπορείς να φας ολόκληρο καρβέλι, ολόκληρη φρατζόλα;
-Όχι, βέβαια…
-Τότε, αφού σε βλέπω και σκέφτεσαι, τι λες θα κάνεις;
-Ή θα πάρω μία και θα την κόψω στη μέση ή θα του δώσω τα μισά χρήματα.
-Μπράβο, αγόρι μου. Έτσι ακριβώς. Είμαι πολύ περήφανος για σένα. Για να δούμε τώρα κάτι άλλο. Πόσα παιχνίδια, ρούχα και παπούτσια έχεις;
-Πολλά, παππού μου, πολλά.
-Και παίζεις με όλα τα παιχνίδια κάθε μέρα;
-Όχι, δεν προλαβαίνω, έχω και το σχολείο…
-Άρα, δεν σου είναι απαραίτητα όλα αυτά.
-Ναι, αλλά μου αρέσουν όλα.
-Σύμφωνοι. Εγώ, όμως, δε σε ρώτησα αν σου αρέσουν, αλλά αν σου είναι απαραίτητα. Με κοιτάς περίεργα και θα σου εξηγήσω τι εννοώ. Έχεις, ας πούμε, τέσσερα αυτοκινητάκια. Θα σε πείραζε, θα σε στενοχωρούσε, δεν θα μπορούσες να φας, αν είχες μόνο τα δύο;
-Ε, όχι κι έτσι, παππού. Να μην μπορώ να φάω…
-Βλέπεις, λοιπόν; Αυτό εννοώ.
-Άρα, παππού, όσα παιχνίδια δε μου χρειάζονται, δεν τα παίζω πολύ ή έχω κι άλλα ίδια, μπορώ να τα δώσω σε άλλα παιδάκια. Καλά, ο μπαμπάς κι η μαμά τους δεν τους αγοράζουν;
-Αχ, μικρούλη μου… Ξέρεις πόσα παιδάκια υπάρχουν εκεί έξω και σε όλο τον κόσμο, ακόμα και μικρότερα από σένα, που όχι μόνο παιχνίδια δεν έχουν, αλλά ούτε και να φάνε; Και κάποια απ’ αυτά μπορεί να μην έχουν μπαμπά ή μαμά ή και τους δύο…
-Και πού μένουν; Δεν έχουν σπίτι; Μένουν με τον παππού ή τη γιαγιά τους;
-Ποιος ξέρει, παιδί μου…
-Τότε, παππού, και τα ρούχα μου, αυτά που δε φοράω, μπορώ να τα δώσω.
-Ναι, αγόρι μου. Ξέρεις κάτι; Εγώ, στα δικά μου παιδικά χρόνια, είχα ένα ζευγάρι παπούτσια, μία αλλαξιά ρούχα για κάθε μέρα και τα καλά μου για τις Κυριακές και τις γιορτές. Και φρόντιζα να τα έχω καθαρά για δύο λόγους: ένας, για να μην είμαι την άλλη μέρα βρώμικος και ο άλλος, για να μην κουράζω τη μάνα μου. Βλέπεις, κάποτε, από τον πιο μικρό μέχρι τον πιο μεγάλο, φροντίζαμε ο ένας τον άλλο. Όχι πως δεν υπήρχαν και τότε αυτοί που δεν σκέφτονταν κανέναν πέρα από τον εαυτούλη τους. Υπήρχαν και μπόλικοι, αλλά τότε -δεν είχαμε, βλέπεις, τηλεοράσεις για να βλέπουμε τι κάνει ο καθένας, λες και μας νοιάζει- δεν τους γνωρίζαμε, δεν τους βλέπαμε καθημερινά κι όπως λένε οι γραμματιζούμενοι, δεν μας έκαναν πλύση εγκεφάλου. Όμως, εκείνο που έχει μεγαλύτερη αξία, είναι να δίνεις από το υστέρημά σου. Δηλαδή, να δώσεις το πιο αγαπημένο σου, ας πούμε, παιχνίδι ή το αγαπημένο σου ρούχο. Αυτό σημαίνει αγάπη.
-Παππού, εσύ πού τα ξέρεις όλα αυτά;
-Τα χρόνια και η πείρα, παιδί μου, και λίγα κολλυβογράμματα που έμαθα. Με το δικό μου μυαλό, την αλληλεγγύη τη λέω και με μία άλλη λέξη: μοίρασμα. Και μοιράζουμε μονάχα όταν αγαπάμε. Κάπου, όμως, είχα διαβάσει, τότε που πήγαινε ο πατέρας σου σχολείο, πως η αλληλεγγύη είναι το πάντρεμα δύο λέξεων: η πρώτη είναι αλλήλους από όπου βγαίνει και η λέξη παράλληλοι ή αυτό που είπε ο Χριστός το «Αγαπάτε αλλήλους» και τη λέξη εγγύς, δηλαδή κοντά, όπως λέμε το εγγύς μέλλον. Για τη δεύτερη αυτή λέξη, κάτσε να δεις, κάπου το έχω σημειώσει. Να, σ’ αυτό εδώ το χαρτί, γιατί μου άρεσε πολύ. Λοιπόν, εγγύς είναι από τη λέξη εν γυῖον, που σημαίνει μέρος του σώματός μου, το χέρι μου· έτσι έχω σημειώσει. Μπορεί και να κάνω λάθος. Εσύ σαν μεγαλώσεις, μπορείς να την αναλύσεις πολύ καλύτερα.
-Παππού, όποια εξήγηση κι αν έχει, από όσο μπορώ να καταλάβω, πάλι στην αγάπη καταλήγουμε. Άρα αυτό που είπες από την αρχή, αυτή είναι κι η αλήθεια. Είσαι πολύ σπουδαίος, παππούλη μου!
-Εσύ θα γίνεις πολύ πιο σπουδαίος, αγόρι μου. Θα γίνεις πιο σπουδαίος κι από τον πατέρα σου κι από όλους μας, αρκεί να μην ξεχάσεις ποτέ πως τίποτα στη ζωή δε μας ανήκει, όπως και κανείς δεν ανήκει σε κανένα. Όλοι είμαστε ίσοι κάτω από τον ίδιο ήλιο, κάτω από το ίδιο φεγγάρι, κάτω από τα ίδια άστρα.
-Και οι μαύροι με τους άσπρους και οι άλλοι ξένοι που έχουν έρθει στην Ελλάδα;
-Αχ, παιδί μου. Έτσι κι η γιαγιά σου ήρθε παιδάκι ακόμα από την Μικρασία και όλοι τους έδιωχναν και τους έβριζαν. Λίγοι ήταν οι Έλληνες της Ελλάδας, γιατί κι εκείνοι Έλληνες ήταν, που τους αγκάλιασαν, τους έδωσαν ένα κομμάτι ψωμί ή μια κουβέρτα. Και δυστυχώς, πολλοί ήταν εκείνοι που τους εκμεταλλεύτηκαν και τους πήραν ό,τι μπόρεσαν να φέρουν μαζί τους, ειδικά από τα χρυσαφικά τους. Αλλά τούτη είναι μια άλλη ιστορία που θα την πούμε όταν μεγαλώσεις περισσότερο κι που κάποια από αυτά γράφουν και τα βιβλία του σχολείου. Που λες, λοιπόν, πολλοί Έλληνες, χρόνια πριν κι ακόμα και σήμερα, ζουν και εργάζονται και μεγαλώνουν οικογένειες σε άλλες χώρες, όπως στην Αφρική, την Ασία, την Αμερική. Έτσι και οι άλλοι έρχονται στην πατρίδα μας. Και οι δικοί μας ξενιτεύτηκαν και πήγαν να βρουν μια καλύτερη τύχη σε άλλες χώρες, έτσι και αυτοί έρχονται σε μας για μια καλύτερη ζωή. Ο εγωισμός είναι η χειρότερη πυξίδα για τη ζωή του καθενός μας. Ο εγωισμός μάς τυφλώνει και δε μας αφήνει να σκεφτούμε σωστά και καθαρά. Και αυτός που αγαπά πραγματικά, δεν έχει ίχνος εγωισμού επάνω του. Και μην πέσεις στην παγίδα να μπερδέψεις την αξιοπρέπεια με τον εγωισμό, δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους, πίστεψέ με. Ας πούμε, στο σχολείο, αν κάποιο παιδί δεν έχει μαζί του κολατσιό, δεν μοιράζεσαι το δικό σου; Αν, για παράδειγμα, η μαμά σού έχει βάλει ένα τοστ κι ένα μήλο, μπορείς να τα φας και τα δύο; Όχι. Έχει τύχει κάποιο παιδί να μην έχει τίποτα;
-Πολλές φορές. Τις περισσότερες είναι ο Σπύρος, που παίζουμε μπάλα και είναι και πιο μεγάλος από μένα. Και διαλέγουμε ποιος θα φάει το τοστ και ποιος το μήλο. Το αχλάδι δεν του αρέσει, γι’ αυτό και έχω πει στη μαμά να μη μου βάζει.
-Πολύ ωραία. Μπράβο, αγόρι μου. Και δε μου λες; Στο σχολείο παίζεις με όλα τα παιδιά κι ας είναι διαφορετικά;
-Δηλαδή; Πώς διαφορετικά;
-Να, ας πούμε, είναι όλα τα παιδιά από Έλληνες γονείς ή υπάρχουν και κάποια που οι γονείς τους είναι ξένοι, από άλλη χώρα;
-Όπως ο Όσα; Οι γονείς του είναι από την Αφρική και η Ναταλία που η μητέρα της είναι από τις Φιλιππίνες. Ο Όσα είναι μαύρος, ενώ η Ναταλία είναι όπως γίνομαι το καλοκαίρι στις διακοπές.
-Και αυτό, το χρώμα του δέρματός τους, τα κάνει διαφορετικά; Δεν έχουν δύο πόδια, δύο χέρια, κεφάλι, μύτη, μάτια και αφτιά; Δεν μιλάνε, δε γελούν και δεν κλαίνε;
-Τι σου λέω κι εγώ, παππού. Δεν τους βλέπω διαφορετικούς. Και ξέρεις κάτι; Και οι δύο είναι πολύ καλοί μαθητές και μιλούν και τρεις γλώσσες· τη γλώσσα της πατρίδας τους, αγγλικά και τα ελληνικά. Και ο Όσα είναι και πολύ καλός φίλος μου. Κι όταν πιάνει την μπάλα στα πόδια του, δεν μπορεί να του την πάρει κανείς. Γι’ αυτό κι εγώ παίζω πάντα με την ομάδα του, που δεν χάνει ποτέ. Και μου έχει μάθει και κόλπα!
-Πονηρούλη… Βλέπεις, λοιπόν, πως δεν κοστίζει τίποτα αν αγαπάς τον διπλανό σου, όποιος και όπως κι αν είναι αυτός. Και θα σου πω κι ένα μυστικό: δεν υπάρχουν άσχημοι άνθρωποι.
-Τι λες, παππού; Υπάρχουν. Και κάποιοι είναι και πολύ άσχημοι.
-Όπως;
-Να, η κυρία που μαλώνει με τη μαμά στη δουλειά. Δεν την έχεις δει; Σαν την κακιά μάγισσα που είδαμε σε μια ταινία…
-Είδες τι είπες; «Σαν την κακιά μάγισσα» Άρα; Δεν είναι άσχημη, είναι κακιά. Υπάρχουν οι καλοί και οι κακοί. Αλλά θα σου πω ένα μυστικό: ακόμα κι ένας κακός, έχει κάποιο καλό στοιχείο μέσα του. Μπορεί να το έχει πολύ καλά κρυμμένο και θα είναι τυχερός κι ευλογημένος όποιος μπορέσει και του το ελευθερώσει και τότε θα δεις πώς από «άσχημος» γίνεται πανέμορφος.
-Να σε ρωτήσω κάτι, παππού;
-Ό,τι θέλεις, παλληκάρι μου.
-Και αυτοί που κάνουν τους πολέμους; Έχουν κι αυτοί κάποιο καλό στοιχείο;
-Αυτοί, αγόρι μου, δεν είναι άσχημοι την όψη, αλλά πολύ βαθειά στην ψυχή τους και αν δεν αλλάξουν, δεν έχουν σωτηρία. Κουβαλάνε πολλές ψυχές στην πλάτη τους και το χειρότερο απ’ όλα, είναι ότι κουβαλάνε ψυχές παιδιών. Γιατί σ’ έναν πόλεμο τα πιο άδικα θύματα είναι τα παιδιά…
-Δηλαδή, αυτούς δεν τους αγαπάμε. Ναι, αλλά πώς θα τους γνωρίζουμε, όταν πρέπει να τους αγαπάμε όλους;
-Μου βάζεις δύσκολα τώρα… Λοιπόν, αυτοί που κάνουν τους πολέμους, ποτέ δεν έρχονται σ’ επαφή με τους απλούς ανθρώπους. Είναι πάντοτε κλεισμένοι στα γραφεία τους και δεν κάνουν τίποτα άλλο κάθε μέρα, από το να σκέφτονται πώς θα αποκτήσουν περισσότερα και ποιοι λαοί είναι αυτοί που θα πληρώσουν την απληστία τους. Τους βλέπουμε στις τηλεοράσεις, στις ειδήσεις μόνο.
-Καλά, κι αυτοί που είναι μαζί τους, δεν τους λένε πως κάνουν μεγάλο λάθος; Κι αυτοί είναι άσχημοι στην ψυχή τους;
-Δυστυχώς, τις περισσότερες φορές… Βλέπεις, από όσο μου έχει διδάξει η ζωή, κανείς δε γεννιέται με άσχημη ψυχή, γίνεται. Όλοι ξεκινούν με το όνειρο να σώσουν τον κόσμο, αλλά όταν αρχίζει το μεγάλο φαγοπότι, ξεχνούν όνειρα, ξεχνούν φίλους, ξεχνούν την αλληλεγγύη, ξεχνούν ακόμα και τη μάνα που τους γέννησε.
-Με άλλα λόγια, παππού, αλληλεγγύη σημαίνει αγάπη.
-Ναι, αγόρι μου. Αγάπη και όχι οίκτος, αγκαλιά και όχι ελεημοσύνη. Γιατί κι αυτοί που κάνουν τους πολέμους, θα τους δεις πολλές φορές να κάνουν, τάχατες, καλές πράξεις, πράξεις ελεημοσύνης, αλλά στην πραγματικότητα, προσπαθούν να καλύψουν τις ασχήμιες τους. Όποιος έχει ανοιχτή την καρδιά και την ψυχή του, ανοιχτό μυαλό και μάτια, ένα είναι βέβαιο: είναι ο πιο πλούσιος άνθρωπος στον κόσμο. Έχει τέτοιο πλούτο, που δεν μετριέται σε χρήματα ή σε χρυσάφι, σε πράγματα που μπορούν να σου τα κλέψουν ανά πάσα στιγμή. Ο πλούτος της γνώσης και του μυαλού, μα πιότερο ο πλούτος της ψυχής, δεν κλέβεται από κανένα. Κι όσο μεγαλώνεις και καλλιεργείς αυτόν τον πλούτο, τόσο πιο χρήσιμος θα είσαι στην κοινωνία… Και σου το εύχομαι, αγόρι μου, μέσα από τα φυλλοκάρδια μου!
-Πωπω, πόσα έχω να πω αύριο στην κυρία μου για την αλληλεγγύη! Σ’ ευχαριστώ, παππούλη μου! Και μου αρέσει πολύ όταν κουβεντιάζουμε οι δυο μας!
–
γράφει η Αθηνά Μαραβέγια
Πόσο απλά, καθαρά, με ωραία Ελληνικά μας εξήγησες μέσα από τις σκέψεις παππού και εγγονού τι σημαίνει αλληλεγγύη και κατ’ επέκταση Αγάπη. Αυτά τα πράγματα έτσι οφείλουν να λέγονται και όχι περί δια γραμμάτων και λογοτεχνικές πομφόλυγες …
Καλή σου μέρα Αθηνά.
Θα ξεκινήσω το σχόλιο μου με ένα μεγάλο ευχαριστώ!!! Ένα ευχαριστώ δικό μου που συνοδεύεται και από δύο ακόμη!!!… Του εντεκάχρονου εγγονού μου Χρήστου και της δεκάχρονης εγγονής μου Φωτεινής!!! Μου ζήτησαν επίσης να γράψω, ότι η ιστορία σου εκτός από υπέροχη είναι και πολύ διδακτική!!! Ευχαριστούμε πολύ…. να είσαι πάντα καλά και να μας κρατάς συντρόφια μαθαίνοντάς μας με το δικό σου μοναδικό τρόπο!!!
Καλησπέρα κι ευχαριστώ τόσο πολυ για τα τόσο όμορφα λόγια!!! Κάτι τέτοια μου λέτε και δεν σταματώ να γράφω!!! Καλο βράδυ να έχουμε!
Σοφία μου, όπως γράφω και στην ανάρτησή μου “Το παράσημό μου!!! Σαν να μου χάρισαν τον κόσμο ΟΛΟ! Εγώ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ Σοφία Ντούπη, μα πιο πολύ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ τον Χρήστο και την Φωτεινή, τους νέους μου φίλους!!!!!!!!!!!!”
Το “ευχαριστώ” είναι το λιγότερο που θα μπορούσα να πω. Είναι το ωραιότερο σχόλιο που έχω διαβασει από τότε που εκτίθεμαι γράφοντας. Να μου τα φιλήσεις πολύ να νέα μου φιλράκια!!!
Υπέροχος διάλογος! Μπράβο σας!
Ευχαριστώ πολύ!!!
Ένας διάλογος με πολλά μηνύματα και πολλούς αποδέκτες… ΜΠΡΑΒΟ…μπράβο σας!
ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΠΛΟΚΑΜΑΚΗ
Ευχαριστώ πολύ!!!
Με τιμάτε όλες και όλοι με τα σχόλιά σας!!!