Ένας ήλιος ζεστός τρυπά το σώμα μου που τρέμει
Τον ποθώ και το ξέρει μα τον αρνιέμαι σαν ξένο σώμα
Ζεσταίνει τα μουλιασμένα μου χέρια στεγνώνει το κλαδί
Δεν ξέρω πόση ώρα έχει περάσει πάνω στο βράχο τούτο
Ασήμισε περισσότερο από τις αχτίδες ή γκρίζαρε η ματιά;
Το κουρασμένο μου το σώμα το ασθενικό λυγά και ξαπλώνει
Ο κάβουρας περπατά πάνω μου και χτυπά νικητήρια τα χέρια
Τούτο το Φως άλλο φως από τούτο που ξέρω είναι
Δεν το διάβασα δεν το αντέγραψα δεν το μιμήθηκα ποτέ
Και όμως το ξέρω από παραμύθι που δε μου διάβασε κανείς
Η κουρασμένη μου ματιά φτιάχνει στα σύννεφα μια Μάνα
Σηκώνω τα χέρια μου δειλά γυρεύοντας την Αγκαλιά της
Φαίνεται τόσο όμορφη και τόσο γελαστή που κλαίω
Ακούω τους ψιθύρους της, κολυμπούν στα νερά γύρω μου
Η θάλασσα ποτέ δεν ήταν πιο ελκυστική από ό,τι τώρα
Ζηλεύω τούτα τα ψάρια, ζηλεύω το βράχο, το κλαδί ζηλεύω!
Κι εκείνο αγκάθια πράσινα πετά κι αλλάζει μυρωδιά
Τα δάκρυα – ποια δάκρυα – τα δικά μου αλμυρά δάκρυα
Πέφτουν πάνω του και γεννούν πράσινα γυαλιστερά φύλλα
Είμαι στο ανάμεσο μιας Άνοιξης που δεν τη γνωρίζω
Είμαι στο ανάμεσο μιας αχτίδας που με σπρώχνει
Σηκώνομαι όρθιος και βγάζω το κουστούμι μου
Κοιτάζω με αλλόκοτο μίσος τούτον τον παρελθοντικό ουρανό
Μια φωνή που δεν ξέρω αφήνει μια ηχώ διαπεραστική
Τρόπος γραφής μοναδικός…λέξεις λευκές σαν πέρλες…
που τις περνάνε στο λαιμό της έμπνεσης κοπέλες…
Κοπέλες είν τα νειάτα σου,,τα όνειρα τα χίλια…
Προσμένουν θεϊκό φιλί στα κόκκινά τους χείλια…
ΜΠΡΑΒΟ ΜΑΧΗ ΜΑΣ!!!!
Ελπίζω μ’αυτόν τον κάβουρα που περπατά στο κορμί πάνω του ήρωά σου να μην υπονοείς την φοβερή αρρώστια…να είναι απλά ένα θαλασσινό.
Κι΄εκείνη η μάνα που την επικαλείται και που την ψάχνει απελπισμένα τι κι΄’αν δεν είναι μικρό παιδί. Και εκατό χρόνων να είναι ”μανα” θα φωνάξει στον πόνο ή την απελπισία του. Μάνα ή Παναγιά που είναι το ίδιο.
Αύριο το τελευταίο; Ανυπομονώ να δω αν ξυπνώντας θα μας τον δείξεις να θυμάται και να ξυπνάει άλλος άνθρωπος αφήνοντας πίσω του εφιάλτες και στοιχειά, πράγμα που του προκάλεσε ίσως μια οινοποσία ή μια βαρυστομαχιά…
Είδες τι πεζοί που είναι καμιά φορά οι μεγάλοι άνθρωποι -πρόσεξες ; δεν λέω γέροι-σε τόσο ευτελή αίτια αποδίδουν τέτοιες κοσμογονίες;
[…] Είμαι στο ανάμεσο μιας αχτίδας που με σπρώχνει
Σηκώνομαι όρθιος και βγάζω το κουστούμι μου
Κοιτάζω με αλλόκοτο μίσος τούτον τον παρελθοντικό ουρανό
Μια φωνή που δεν ξέρω αφήνει μια ηχώ διαπεραστική […]
Πολύ έντονα τα συναισθήματα που νιώθω Μάχη μου ……………
Μία μία όλες οι εικόνες που μας έδωσες τις προηγούμενες μέρες μπαίνουν πλέον στη θέση τους… και κάτω από τον ζεστό ήλιο γενούν μια παραμυθένια Άνοιξη !!! Την αγάπη μου καλό βράδυ!!!
Κυρία Χρυσούλα τα λόγια σας όμορφα ζεσταίνουν την καρδιά μου και σας ευχαριστώ για τούτη την ορμητική σας ρίμα, Λένα ο καβουράκος τριγυρνά από την πρώτη μέρα της ιστορίας αλλά όχι δεν έχει σχέση με καρκίνο, η Μάνα είναι πάντα ένα παραστατικό σύμβολο, όνειρο..εφιάλτης..εσύ θα το αποφασίσεις…πάντως οινοποσία βαρυστομαχιά χαχα..δε θα το λεγα…, Αννα το ξέρω …, Σοφία μου ναι…η Ανοιξη είναι κοντά… αύριο τα νεότερα..
Σας ευχαριστώ όλες…καλό σας βράδυ
Σα να έρχεται η αναγέννηση του ήρωα… Ωραία η συνέχεια! Καλημέρα Μάχη!
Υπέροχο! Τόσο κοντά μου που με έχει συγκλονίσει…. «Είμαι στο ανάμεσο μιας Άνοιξης που δεν τη γνωρίζω
Είμαι στο ανάμεσο μιας αχτίδας που με σπρώχνει» Ευχαριστώ!
Εγώ σε ευχαριστώ,….φιλενάδα μου…
Καλημέρα ανατριχιαστική Μάχη….
Καλησπέρα Πόπη και Έλενα…σας ευχαριστώ!