Όταν πιάνω να γράψω κάτι τις, το κύριο μέλημά μου είναι, αυτό το κάτι τις να μην είναι δυσάρεστο και γεμάτο μουρτζούφλα. Δεν το αντέχω αυτό το εμπόριο της θανατολατρείας και της απονιάς. Τα ξέρουμε όλα αυτά. Τα ζούμε στο πετσί μας επί καθημερινής βάσης και δεν είναι ανάγκη και καλά να τα βλέπουμε τυπωμένα λογοτεχνικά. Έλα όμως που αυτά είναι που πουλάνε! Το κλάμα, το αχ και βαχ, πού να πάρει! Δε θα έπρεπε να συμβαίνει το εντελώς αντίθετο; Αυτό δεν είναι που όλοι μας έχουμε ανάγκη; Έ, λοιπόν εγώ είμαι οπαδός, φανατικός μάλιστα, αυτού ΤΟΥ ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΝΤΙΘΕΤΟΥ. Γι’ αυτό και όταν η Έμπνευση μού το προσφέρει σπεύδω να το γράψω και αν σας κάνω να χαλαρώσετε, αν όχι να πεθάνετε στο γέλιο να μειδιάσετε έστω, νιώθω ότι έκανα το καθήκον εφ ώ ετάχθην…
Πάμε λοιπόν:
Σάββατο πρωί, από κείνα τα Σάββατα τα ευλογημένα θαρρείς, εκείνα τού Μικρού Καλοκαιριού όπως συνηθίζουμε να λέμε τον απολαυστικό Σεπτέμβρη, τον μετριοπαθή, τον χωρίς εξάρσεις και εξαλλοσύνες, πρώτο μήνα του ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ.Ο καιρός λοιπόν συνηγορούσε στο να κάθομαι στη βεράντα μου και να απολαμβάνω τον καφέ μου, ελληνικό και με ολίγη, έστω χωρίς τσιγάρο, κατά την προσταγή της Ιατρικής Επιστήμης που μού το απαγόρευσε, ένα από τα πολλά που μού στέρησε η άτιμη. Αν ήθελα να εξακολουθώ να απολαμβάνω τέτοια ονειρεμένα πρωινά έπρεπε να υπακούσω, πράγμα που φυσικά έκανα.
Τώρα, η μαντάμ έβγαλε καινούριο φιρμάνι και πάει να μας στερήσει και το καφεδάκι, γιατί λέει ο πρωινός καφές μεταξύ 08-09.30.καλό είναι να αποφεύγεται διότι λέει, αφαιρεί μεγάλο μέρος της ενέργειάς μας, άσχετα αν μέχρι τώρα ΕΜΕΙΣ πιστεύαμε το αντίθετο. ΕΠΙΣΤΗΜΗ είναι αυτή, κάτι ξέρει περισσότερο από μας τους άσχετους. Αν σε καμιά δεκαετία πάλι, αλλάξει τροπάρι και επανέλθει στην παλιά γνώμη και γνώση περί καφέ, ποιος από εμάς, τους μιας κάποιας ηλικίας, καφέ λάτρεις, θα ζει για να την κατηγορήσει ή να της ζητήσει τα ρέστα, που μας στέρησε ΑΛΛΗ ΜΙΑ μικρή στιγμή καθημερινής ευτυχίας. Ουφ!
Αυτές οι μικρές στιγμές ευτυχίας λοιπόν, με την προοπτική ενός Σαββάτου άνευ καθηκόντων και την ευοίωνη επίσης προοπτική μιας Κυριακάτικης απόδρασης Σαρωνικό μεριά, με έκανε χαρούμενη. Ευλογημένη Χώρα με το ασύγκριτο φως σου, τα χρώματα και τα αρώματά σου, που μια καλή κουβέντα να σού πούμε που την χρειάζεσαι, δεν σού την λέμε…
Και να δεις που κάπως έτσι σαν εμένα, θα πρέπει να ένιωθαν και ένα ζευγάρι περιστεριών που ερωτοτροπούσαν αναιδώς μπροστά στα μάτια μου, αγνοώντας πλήρως την παρουσία μου. Την λέξη ‘’αιδώς’’ δεν την γνωρίζει η φύση, εφεύρεση ανθρώπινη είναι, άλλη μία στις τόσες.
Η κυρία, όπως αποδείχτηκε σε λίγο το φύλο της, το πιλάτευε το παλικάρι, τού έκανε ναζάκια και χαριτωμενιές, τσαχπινιές και γλύκες το άτιμο το θηλυκό, όλα αυτά πάνω σε ένα μεγάλο επαγγελματικό μηχάνημα air condition, κάτω από το μπαλκόνι της πολυκατοικίας απέναντι.
Ο κύριος απαθής. Βρε τον τσίμπαγε με το ράμφος της, βρε τού χόρευε έναν περίεργο χορό στριφογυρίζοντας περί τον άξονά της, εκείνος απαθής, ενώ θα έπρεπε κατά το status quo των ανθρώπων να συμβαίνει το αντίθετο. . Δεν λένε πως το αρσενικό είναι ο κυνηγός; Εμ γι’ αυτό κατ’ αρχάς είχα μπερδευτεί ως προς το φύλο ενός εκάστου εξ αυτών. Βρε ετούτο, βρε το άλλο, λοιπόν και όσο ο νεαρός δεν ανταποκρινόταν, ήταν πια φανερό ότι είτε η κοπελιά δεν ήταν του γούστου του ή ήταν λογοδοσμένος και δεν ήθελε να κάνει απιστίες στο νόμιμο ταίρι του. Τραβάτε με κι’ ας κλαίω, δηλαδή, γιατί μπορεί να μην ανταποκρινόταν, αλλά τι γύρευε πρωινιάτικα στο επίμαχο μηχάνημα παρέα με τον ερωτευμένο πειρασμό;
Μού έκανε μεγάλη εντύπωση η ερωτική εξυπνάδα των δύο πουλιών, το λεπτό τους φλέρτ και όλη η ιεροτελεστία, έτσι κάθισα να δω τι θα γινόταν…
Στη συνέχεια,
Από κάποια στιγμή και μετά άρχισα να νευριάζω, σε σημείο που μού ερχόταν να ΤΗΣ φωνάξω: ’’ΣΗΚΩ ΒΡΕ ΘΕΟΧΑΖΗ ΚΑΙ ΦΥΓΕ. ΤΙ ΚΑΘΕΣΑΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΡΑΚΑΛΑΣ;’’ Να έτσι κακομαθαίνουνε τα αρσενικά και το παίζουν σκληρά αντράκια.
Και εκείνος, είτε γιατί διάβασε τη σκέψη την ανθρώπινη που κατάλαβε ότι τους παρακολουθούσα και ντράπηκε θέλοντας να φανεί στο ύψος των περιστάσεων, είτε γιατί παραδόθηκε άνευ όρων, βρέθηκε από πάνω της. (έτσι βεβαιώθηκα για το who is who του φύλου τους).
Συνοπτική η διαδικασία, χωρίς ομορφιά και συναισθηματισμούς, δεν άντεχε καν σε σύγκριση με τον αισθησιασμό της τσαπερδόνας. Απλά η Φύση πρόσταξε ότι η κυρία θέλει και πρέπει να γίνει μάνα, και υπάκουσε το αρσενικό, μόνον αυτό και περεταίρω ευχαρίστηση για την κυρία καμία.
Νόμιζα λοιπόν ότι ή όλη ιστορία είχε τελειώσει καθώς μετ’ ολίγον τα δυο πουλιά έφυγαν. Μα η συνέχεια ήταν εκείνη που με κατέπληξε, που με συγκλόνισε.
Πέρασε λίγος καιρός δεν θυμάμαι πόσος και βλέπω τον ‘’άντρα’’ να κάθεται στο air condition και να περιμένει Δεν πέρασαν παρά λίγα δεύτερα όταν βλέπω να καταφθάνει η κυρία και όλο σοβαρότητα χωρίς διαχύσεις, ζυγιάζοντας προσεκτικά το σώμα της να πετάει στις σωληνώσεις των άλλων δυο air condition σε απόσταση δύο μέτρων από την νυφική παστάδα και να εξαφανίζεται πίσω από κει, με τον κύριο να την ακολουθεί και να χάνεται και αυτός από κει πίσω. Ή είχαν κτίσει ήδη τη φωλιά τους σε ώρα που δεν τα έβλεπα, ή επώαζαν τα αυγά τής περιστέρας και οι δυο μαζί, εκ περιτροπής κάνοντας ό ένας παρέα στην άλλη και τούμπαλιν. Ο αδιάφορος εραστής αποδείχτηκε φιλόστοργος σύζυγος με μοιρασμένα στα ίσα καθήκοντα και γονικές υποχρεώσεις.
Περίμενα και περίμενα με ολοένα αυξανόμενη περιέργεια και θαυμασμό να δω πότε θα βγουν από και πίσω και ΑΝ θα βγουν. Μετά μία ώρα βγαίνει πρώτα εκείνη και πολύ αργότερα εκείνος, συναντιούνται στο πρώτο air condition και αμέσως μετά φεύγουν και χάνονται. Αυτό κράτησε σχεδόν ένα μήνα. Κάθε απόγευμα γύρω στις 6.30 έρχονταν και οι δυο σαν να είχαν δώσει ραντεβού ή ξεκινώντας μαζί από κάποια αφετηρία, πηδούσαν από το 1ο μηχάνημα στις σωληνώσεις των άλλων και να χάνονταν εκεί πίσω . Ηλίου φαεινότερο ότι είχαν βρει την πιο ασφαλή κατοικία για τα αυγά και μετά την επώαση, για τους νεοσσούς τους. Δεν κινδύνευαν μήτε από άνθρωπο, μήτε από γάτα, ή από καιρικά φαινόμενα, τέλεια η κρυψώνα του σπιτιού των παιδιών τους.
Δεν ξέρω αν επέζησαν οι νεοσσοί τους δεν τους είδα, φοβάμαι δεν θα τα κατάφεραν γιατί το σπίτι των παιδιών, ήταν μεν ασφαλές αλλά η πρόσβαση σ΄ αυτό μέσω των ακροβατικών πάνω στις σωληνώσεις πιο πολύ από επικίνδυνη για αδύναμα φτεράκια σαν αυτά των νεογέννητων.
Δεν ξέρω επίσης αν το ζευγάρι είναι ακόμη μαζί και αγαπημένα…
ΔΕΝ τα έχω ξαναδεί, πάει ένας μήνας τώρα…
Για όσους το θυμούνται, σ΄ αυτό το ίδιο μηχάνημα, είχα βιώσει το θάνατο ενός μέλους άλλου ζευγαριού που έκανα καιρό να το ξεχάσω. (διήγημα: ‘’ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΘΑΝΟΥΝ;’’).
Περίεργη σύμπτωση. ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΖΩΗ!
(ΣΗΜ. Και οι δύο περιπτώσεις είναι ιστορίες πέρα για πέρα αληθινές).
_
γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου
0 Σχόλια