Κόρη με ξέπλεκους βοστρύχους
Να κάθεται κλεισμένη στους τέσσερις τοίχους
Το χαμόγελο του ήλιου να μην της χαμογελάει
Το άγγιγμα του αέρα να μην την ακουμπάει
Μονάχα το έρεβος να την αγκαλιάζει
Και να χτυπιέται από το βαρύ αγιάζι
Αλλοτινά έτρεχε στα πράσινα λιβάδια
Τώρα στον θρόνο κάθεται βαθιά μεσ΄ τα λαγκάδια
Από την ώρα εκείνη την στερνή
Που την έχασε η μάνα της απ΄ αυτή την γη
Την άρπαξε ο Άδης, βάρβαρος γαμπρός
Και την Δήμητρα βαραίνει τώρα θρήνος κι οδυρμός
Γαμήλιο ταξίδι στην λίμνη Αχερουσία
Και παράνυμφο τώρα κάποια Ερινύα
Της δόλιας μάνας ο καημός
Γίνεται χείμαρρος, άγριος ποταμός
Ώσπου η κόρη να ξαναγυρίσει
Άνοιξη δεν θα ξαναμυρίσει
Βαρύς χειμώνας θα υπάρχει
Μέχρι την μονάκριβη της να ξανάχει
_
γράφει ο Σίσυφος Μελισσινός
0 Σχόλια