Όπως όλοι οι ονειροπόλοι, έκανα το λάθος
να πιστέψω πως το ξύπνημα από
το όνειρο ήταν η πραγματικότητα.
Jean-Paul Sartre
Μια φορά ήταν ένας άνθρωπος που κάθε μέρα κοιμόταν και λίγο περισσότερο.
Ένας απόλυτα φυσιολογικός άνθρωπος, που όμως κάθε μέρα κοιμόταν πέντε δευτερόλεπτα περισσότερο. Στην ηλικία των είκοσι χρόνων του, κοιμόταν οκτώ ώρες κάθε μέρα. Άρα είχε άλλες δεκαέξι για να εργαστεί, να φάει, να διασκεδάσει και να δει τους φίλους του. Όταν κοιμόταν, έβλεπε πάντα το ίδιο ημιτελές όνειρο, μόνο που επειδή ο ύπνος του ήταν κατά πέντε δευτερόλεπτα διαρκέστερος, κάθε μέρα έβλεπε πέντε δεύτερα περισσότερο από το όνειρό του…
Δεν ήξερε πώς τελειώνει κι επειδή σ’ όλη του τη ζωή έβλεπε πάντοτε το ίδιο όνειρο, αν και κάθε φορά λίγο περισσότερο, τίποτε άλλο απ’ όσα άλλα έκανε δεν τον ενδιέφερε τόσο πολύ, όσο το να το δει μέχρι το τέλος.
Κάθισε κι υπολόγισε πόσες μέρες χρειάζονται ακόμη για να φτάσει να κοιμηθεί είκοσι τέσσερις ώρες, γιατί νόμιζε ότι τόσο κρατούσε ολόκληρο το όνειρο.
Ε, λοιπόν, υπολείπονταν ακόμα 11.520 μέρες, δηλαδή τριάντα ένα χρόνια και μισό περίπου.
Σ’ ένα μεγάλο ημερολόγιο έσβηνε τις μέρες, όπως κάνουν και οι φυλακισμένοι περιμένοντας την απελευθέρωσή τους.
Όταν έγινε τριάντα χρονών, κοιμόταν δεκατρείς ώρες και οι υπόλοιπες έντεκα δεν του έφταναν για τις καθημερινές του ασχολίες, οπότε μείωσε τη διασκέδασή του κι έκοψε κάθε σχέση με τους φίλους του.
Όταν έγινε σαράντα χρονών, κοιμόταν δεκαοκτώ ώρες, έτσι ώστε δεν είχε χρόνο παρά μόνο για μειωμένη εργασία.
Όταν έγινε πενήντα χρονών, κοιμόταν είκοσι τρεις ώρες, έτσι ώστε μόλις που προλάβαινε να φάει κάτι έτοιμο και να ξανακοιμηθεί, αλλά αυτό δεν τον ενοχλούσε καθόλου γιατί πλησίαζε η ώρα που θα εκπληρωνόταν το μοναδικό του όνειρο: να δει ολόκληρο το όνειρό του.
Την τελευταία ημέρα άνοιξε τα βλέφαρά του μόνο για πέντε δευτερόλεπτα και τα ξανάκλεισε ευτυχισμένος. Το όνειρο του ξεδιπλώθηκε γι’ ακόμη μια φορά και προχωρούσε με εικόνες γνώριμες προς τα τελευταία πέντε δευτερόλεπτα που θα τα έβλεπε για πρώτη φορά…
*
“Την τελευταία ημέρα άνοιξε τα βλέφαρά του μόνο για πέντε δευτερόλεπτα και τα ξανάκλεισε ευτυχισμένος.”
_
γράφει ο
0 Σχόλια