Αν ήμουν άγαλμααν ήμουνμια φορά θα πέθαιναπέφτοντας από το βάθρο μουή θά 'λεγαμε ποδοπάτησαν οι αιώνεςμε διέσυραν οι άτεχνοιθρύψαλα βάρβαρου πολέμουόμως άνθρωπος λένε, είμαιχωρίς σταγόνα αίμασε ηττημένους κόσμους. _γράφει η Καλλιόπη Δημητροπούλου Το σχόλιό...
Ζερβά από το Σταυρό αντάμωσα με τη Μαρία. «Μάνα», της λέω «μη σπέρνεις άλλα δάκρυα άσε τον κοπετό τετέλεσται». «Πίσω από τις καλαμιές» μ' απάντησε, «πίσω από τ΄ασφοδίλια χρίζονται με αίμα κι άλλα τρύπια χέρια, στις άσημες φαβέλες τόσα στόματα πεινάνε».[...] _ Γράφει η...
Η μάνα μου κάθε μέρα που νυχτώνει σπάζει μια στάμνα στην αυλή της. Μεγάλο ξόρκι στο κακό. Γέρνω και σηκώνω τις σταλαγματιές. Άλλες τις ρουφώ σα μέλι άλλες σαν άρωμα φορώ.[...] _ γράφει η Καλλιόπη...
Επιστρέφω τα μαλλιά μου στη θέση τους τούτος ο αέρας δε λέει να κοπάσει υφίσταται του έσω βίου εξοχές. Εξέχει η πτώση των κρύων εποχών της νυχτερινής βάρδιας το κασκέτο.[...] _ γράφει η Καλλιόπη...
«τη νύχτ' απόψε ανοίξανε οι έβδομοι ουρανοί και πόντισε νερό κατακλυσμός τη χτίση» Ιωάννης Γρυπάρης Την αδερφοφάδα εκείνη ώρα που η αυγή εκύκλωνε τον ορίζοντα με τ' αγκομαχητό του...
Σπάζω την κούκλα που μου χάρισαν μικρό παιδί. Πολλά γυάλινα ερείπια στην κοιλιά της. Ισχνές λεπίδες λάμνουν στο χάος και χαράζουν με μένος τα γυμνά της κόκαλα. Ποιος κομμός συνοδοιπόρος θα απαλύνει της τραγωδίας τη βαθειά ουλή; Ποια σοφόκλεια ικεσία θα προστρέξει στο...
Η μαμά μου έρχεται στον ύπνο μου και μου φωνάζει: «Αστίλ, Αστίλ ο Θεός μου είναι λυπημένος και η ευσεβής Μαρία με σκούρο νυφικό βαδίζει στη σκιά μου». «Ησύχασε μάνα» της λέω, «μέσα στο όνειρό μου ανασαίνεις» κι ύστερα σκούπισα τα μαύρα της λουστρίνια. - γράφει...
Ιούνης στα τελειώματα στο χάραμα ο Ιούλης και εσύ στη Β΄ Παθολογική. Στην κόψη του μεσοκαλόκαιρου βαρύς χειμώνας κόπιασε και γέμισε ο ήλιος μου μ’ αγκάθια. Ορθή μετρούσα τις στάλες του ορού σου, του μόχθου σου το μπράτσο σού...
Σας γράφω από το γραφείο μεταφορών και αναδόμησης με τους ετοιμόρροπους καναπέδες και τα βαθιά τους βαθουλώματα να ταΐζουν χειμώνα κι άλλο χειμώνα. Ψάχνω στις λίστες απογραφής με τα κρεμασμένα γράμματα. Απροσπέλαστα χαμόγελα και παίζουν δήθεν σκάκι. [...] _ γράφει...
Θα πρέπει να γέρασα πολύ με τόσο συφερτό που μ’ εμπορεύεται. Για τιμαλφή, πραμάτειες, ρετάλια ήθους και άλλα συναφή, μακρά κουβέντα στο σαλόνι. Ξεροψημένη άνοιξη μύρισε η μέντα στο μπαλκόνι. [...] _ γράφει η Καλλιόπη...
Κάθε ανθρώπινη σκέψη είναι ένας μοναχικός μονόλογος. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Ο μονόλογος στην πραγματικότητα μετουσιώνεται σε διάλογο εσωτερικό που ενίοτε μπορεί να γίνει πολύ έντονος. Το μυαλό γίνεται ταυτόχρονα ακροατής κι ομιλητής, συμφωνεί και διαφωνεί...