Δώδεκα ώρες έχω μπροστά μου.
Πάει ο ήλιος μου, πάει κι η χαρά μου.
Ήμουν κι εγώ μια ψυχή μες το αμπέλι,
με λέγαν αχάριστο, με λέγαν τεμπέλη.
Λίγο ακόμη κι έφυγε, λέω.
Πιάνω το μέτωπο και τρομάζω γιατί καίω.
Όμως το θερμόμετρο δε λέει πυρετό,
κι όσο αναπνέω δε ψάχνω γιατρό.
Διάλογο κάνω με τον εαυτό μου,
τι τάχα να κάνουμε για το καλό μου.
Μα δεν του έχω πια εμπιστοσύνη,
και να του απαντήσω δεν έχω βιασύνη.
Παιχνίδια παράξενα μου παίζει κι η ώρα.
Ακίνητη στέκεται όταν έξω έχει μπόρα.
Μα όταν γελάω επί πληρωμή,
τρέχει σαν άγριου αλόγου οπλή.
Και κάθε που βγαίνουν έξω τ' αστέρια
εγώ μετανιώνω για τα δυο μου τα χέρια.
Κατάρες τα ρίχνω να πέσουν στη γη,
αφού δε βλέπω απ' αυτά προκοπή.
Μα όλο φοβάμαι μήπως όντως κοπούν…
Μέσα στ' αυτιά μου προσευχές αντηχούν…
Δώσε Θεέ μου μια άσπρη μέρα
κι εγώ θα στήσω για Σένα βεγγέρα.
_
γράφει η Δώρα Βαξεβανοπούλου
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
Δώσε Θεέ μου μια άσπρη μέρα
κι εγώ θα στήσω για Σένα βεγγέρα.
Πολύ όμορφος μονόλογος !!!!! Μπράβο σας!!!!!!
Διάλογο κάνω με τον εαυτό μου,
τι τάχα να κάνουμε για το καλό μου…
Το δίλημμα που πάντα θα βασανίζει όταν ο έρωτας και η αγάπη δεν είναι αμφίδρομη σχέση…
Μέσα σ’ ένα μονόλογο θα κρύβονται της ψυχής τα μύχια…
Και μέσα βαθεία στην καρδιά μας θα περιμένουμε το θαύμα της βεγγέρας…
Μακάριοι αυτοί που θα τηζήσουν έστω και την τελευταία νύχτα της ζωής τους!
ΜΠΡΑΒΟ ΣΑΣ!!!!
Μια βεγγέρα με το Θεό…με εμάς τους ίδιους..να συζητήσουμε τα σημαντικά μας…μελαγχολικά όμορφο το ποίημα σας